GrandeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Δοκιμές
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Δοκιμές
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Ψωμιά → Breads: Λεξικό
άσπρο ψωμί
white bread
σταρένιο ψωμί
wheat bread
βάφλες
waffles
γλυκά ρολά
sweet rolls
ψωμί μαγιάς
sourdough bread
ψωμί σικάλεως
rye bread
ρολά
rolls
πίτα
pie
τηγανίτες
pancakes
μάφινς
muffins
σκληρά ρολά
hard rolls
σκορδόψωμο
garlic bread
Αγγλικά μάφιν
English muffins
ντόνατς
doughnuts
κρουασάν
croissant
κροτίδες
crackers
ψωμί καλαμποκιού
corn bread
μπισκότα
cookies
κέικ καφέ
coffee cake
μπαστούνια τυριού
cheese sticks
κέικ
cake
καφέ ψωμί
brown bread
μπισκότα
biscuits